Συζητάμε
εδώ και καιρό την αμφιθυμία της να εκφράσει τα συναισθήματά της στην μητέρα
της. Έχει καταντήσει να είναι θέμα «taboo» η
επικοινωνία που αφορά την σχέση της με την μάνα της.
«Ούτως ή
άλλως, δεν θα βγει τίποτα κι αν της μιλήσω… Να, κι ο αδερφός μου, που
προσπάθησε να την μιλήσει, βρήκε την πόρτα «κλειστή»…», λέει δικαιολογώντας την
δυσκολία της να της απευθυνθεί.
Εσύ που
είσαι θυμωμένη/ θυμωμένος με την μάνα ή τον πατέρα σου, συνήθως έχεις την
πεποίθηση πως ο λόγος που θα ήθελες να της/ του εκφράσεις ελεύθερα τα
συναισθήματά σου για κείνην/ κείνον είναι κυρίως για να σου ζητήσουν συγνώμη
για τις ατέλειές και τα λάθη που πιστεύεις πως έκαναν κατά την διαπαιδαγώγηση
σου.
«Ένα
συγνώμη περιμένω τόσα χρόνια…» μου λες, και πιστεύεις πως αν το ακούσεις οι
πληγές μέσα σου θα θεραπευτούν.
Νομίζεις
πως αν σε ακούσει η μάνα ή ο πατέρας σου και μετανιώσει για ό,τι κακό έκανε, το
πληγωμένο παιδί μέσα σου θα δικαιωθεί και θα λυτρωθεί.
Δεν είναι
όμως αυτός ο βασικός λόγος που διακαώς θέλεις να τους μιλήσεις.
Στην πραγματικότητα
εκείνο που βαθιά σε πληγώνει είναι πως όταν χρειάστηκες να γίνουν οι γονείς σου
μάρτυρες των ζωντανών συναισθημάτων του «εδώ & τώρα» της παιδικής σου
ηλικίας, της απύθμενης ανάγκης σου για αποδοχή, κι αργότερα στην εφηβεία αυτής
για εμπερίεξη των συγκρουόμενων μέσα σου συναισθημάτων, συνήθως εκείνοι ήταν
ψυχικά απόντες.
Πλήττεσαι
από την αίσθηση ενός τραυματικού κενού που το αποδίδεις στην πλημμελή
αντιμετώπιση-παρουσία από τους γονείς σου μιας ευρείας γκάμας από δύσκολα δικά
σου συναισθήματα. Με άλλα λόγια, δεν δημιούργησαν τις ευνοϊκές για σένα
προϋποθέσεις ώστε να μπορείς χωρίς ενοχές να βιώνεις τα αντιφατικά σου
συναισθήματα στο επίπεδο της ζωντανής διάδρασης μαζί τους.
Επειδή ήταν
–συνήθως με μη λεκτικό κι ασυνείδητο τρόπο- αποτρεπτικοί κι απαγορευτικοί στην
ανάγκη σου για αυθεντική έκφραση, αυτή η ανάγκη σταδιακά καταπνίγηκε, ενώ
σφραγίστηκε ενδοψυχικά με το «βουλοκέρι» της ενοχής.
Κάθε φορά
που ως ενήλικος ένιωθες την ανάγκη να «φωνάξεις» το πώς νιώθεις στην σχέση σου
με την μητέρα σου, μια ακινητοποιητική φωνή ενοχής μέσα σου μετρίαζε την ένταση
της επιθυμίας σου, καθηλώνοντας σε ακούσια «αφωνία», με το επιχείρημα πως: «αν
πεις αυτά που θες, θα τους αρρωστήσεις/ θα πάθει η υγεία τους, ή θα πεθάνουν…».
Εκείνο που
σήμερα σου λείπει δεν είναι να «βρεις το δίκιο σου» όπως πιθανά η ενοχοποιητική
φωνή μέσα σου σου υπαγορεύει πως πρέπει να διεκδικήσεις. Αυτή η «φωνή» ξέρει
–καλύτερα από σένα- πως έτσι –δηλαδή χρησιμοποιώντας ευλογοφανή και λογικά
επιχειρήματα- α) θα σε αποτρέψει από όποια αξίωση ελπιδοφόρας διεκδίκησης του
«δίκιου σου», και β) ακόμα κι αν ο γονιός σου δεχτεί να σου ζητήσει συγνώμη, ο
χρόνιος πόνος σου δεν θα λυτρωθεί.
Εκείνο που
σήμερα χρειάζεσαι είναι να βάλεις –έστω και για λίγο- την «λογική» φωνή της
«πανταχού παρούσας» ενοχής στην άκρη, προκειμένου να απευθυνθείς στους γονείς
σου μιλώντας τους για τα όποια σου συναισθήματα. Όχι όμως με την πρόθεση να
«δικαιωθείς», αλλά να τους καταστήσεις –ίσως για πρώτη φορά- μάρτυρες της
αυθεντικής σου ψυχικής παρουσίας. Για να μπείτε, με αφορμή τις αποκαλύψεις σου,
σε μια σχέση που μπορεί να εμπεριέξει τις μαρτυρίες, όλων των πλευρών, με αυτιά
παρόντα, ανοιχτά και ευήκοα…
Στην περίπτωση
που ένας, ή και οι δύο γονείς σου έχουν πεθάνει, πάλι μπορείς να τους
καταστήσεις μάρτυρες της εσώψυχης παρουσίας σου με συμβολικούς τρόπους.
Γράφοντας τους
επιστολές, ή ομολογώντας μεγαλόφωνα τα συναισθήματά σου για κείνους, σκέψεις
και αισθήσεις σου που ενώ αφορούν τον τρόπο που βίωσες την σχέση σου μαζί τους,
δεν εκφράστηκαν όσο αυτοί ήταν εν ζωή.
Το θέμα, σε
κάθε περίπτωση, είναι να βιώσεις την μαρτυρία που δεν βίωσες, τους τρόπους, τα
λόγια, και τους «δρόμους» που μέσα σου έμειναν απάτητοι.
Όταν τα
«φαντάσματα» που σε στοιχειώνουν, και με το αίτημα της επίλυσης των ψυχικών εκκρεμοτήτων,
σε κρατούν δέσμιο στο παρελθόν αντιμετωπιστούν, ανοίγει ο δρόμος σου να ζήσεις
στο παρόν, αξιοποιώντας της αληθινές σου δυνατότητες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου